Υπάρχει ένα Φάντασμα – κάτι σαν το φάντασμα στον ΆΜΛΕΤ – που πλανάται, που περιφέρεται λες στον αιθέρα της ελληνικής ζωής και επικράτειας, εκφέροντας απελπισμένα πια σχεδόν, την κύρια φράση από αυτό το έργο του Σαίξπηρ:
Remember Me ! Θυμήσου με ! ( ή, σε άλλη μετάφραση, «Να με θυμάσαι!»).
Αυτό το φάντασμα μπορεί να λέγεται στα ελληνικά «Ολυμπιακά Ακίνητα»…
Ένα διαρκές όνειδος της ελληνικής νοοτροπίας -και συχνά της πολιτικής- που είναι εκεί,
επώδυνο, για να υπενθυμίζει την ανάγκη πια για μια κοινωνική εξωρίμανση.
Είναι κάτι που μας υπενθυμίζουν και οι Ευρωπαίοι συχνά -και είναι απ’ τα λίγα πράγματα στα οποία έχουν αδιαμφισβήτητα δίκιο. (Σε εμένα μάλιστα πολύ πρόσφατα, μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για της Πολιτιστικές Πρωτεύουσες, στο πρόσφατο ταξίδι μου στο Leeuwarden, σχετικά με το ΜΕΛΛΟΝ του θεσμού της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας και την Παρακαταθήκη).
Πότε θα εγκαταλειφθεί πια αυτή η εθνικά συμπλεγματική, κοστοβόρα αλλά και προσβλητική στάση, να αγωνιζόμαστε σκληρά για ένα θεαματικό ‘πυροτέχνημα’, να το καταφέρνουμε ίσως, και μετά να το εγκαταλείπουμε – χωρίς καμία φροντίδα προοπτικής και διάρκειας – στη Μοίρα; Που δυστυχώς δεν είναι ποτέ άλλη από τη φθορά και την αφάνεια. Τόσοι κόποι, χρήματα, ψυχικές και υλικές επενδύσεις, τόσα μεγάλα λόγια στην αρχή…
To whom it may concern / Προς πάντα ενδιαφερόμενο
Εμφανίζεται μπροστά σας και μπροστά στην επικράτεια ευθύνης του Υπουργείου Πολιτισμού της χώρας, μια μοναδική ευκαιρία να ξεκινήσει μια ‘ελληνική επανάσταση’.
Διότι ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ θα είναι, και μάλιστα μοναδική και ανεξίτηλη, δηλαδή μακρόπνοη
να διαρραγεί αυτή η νομοτέλεια της εγκατάλειψης επιτευγμάτων του πολιτισμού στη μοίρα τους. Ας εξηγηθώ λίγο περισσότερο..
Ο βαθμός επιτυχίας, (τα ΚΡΙΤΗΡΙΑ), μιας Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, προσδιορίζεται από δυο κρίσιμους παράγοντες / στόχους:
Α. Η επιτυχία της χρονιάς του τίτλου, (απόδειξη ότι υπάρχει ικανότητα υλοποίησης), και
Β. Η περαιτέρω λειτουργική της συνέχεια – η Παρακαταθήκη, ως συνήθως αποκαλείται.
Κατά κανόνα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, το Α, οι πόλεις τo καταφέρνουν. Όσον αφορά στο Β όμως, λίγες, μετρημένες στα δάχτυλα είναι αυτές που υπάρχουν και λάμπουν ως φωτεινοί ταγοί του τρόπου και του λόγου που γίνεται μια Πολιτιστική Πρωτεύουσα, δηλαδή το ‘μετά’ της! Και μόνον εκεί δικαιώνεται πραγματικά ο βαθύς ουσιαστικός στόχος αυτού του τόσο ευρέως και σφοδρά διεκδικήσιμου ευρωπαϊκού θεσμού:
στο ‘μετά ‘! Με άλλα λόγια , στη λειτουργική του συνέχεια.
Είναι αυτό που δίνει συνέχεια και προοπτική εμβάθυνσης στα Έργα και Ημέρες μιας Πολιτιστικής, εγκαθιστώντας μόνιμα την πόλη στον χάρτη της σημασίας της – των επιτευγμάτων της – και προάγει στην συνείδηση του κόσμου τη νοοτροπία του μη πυροτεχνήματος, βλέποντας έμπρακτα να συνεχίζει το έργο που βάζει την πόλη σε ουσιαστική τροχιά ανάπτυξης με διάρκεια μέσα απ τον πολιτισμό. Γιατί αυτή ήταν και είναι η αρχική διακήρυξη (και επιδίωξη).
[Άλλωστε, η Τέχνη/ο Πολιτισμός ως επένδυση, (αναπτυξιακά και μόνο μιλώντας), είναι μια εννοιολογία που πολλώ απέχει από ώριμη κοινωνική αντίληψη που να οδηγεί πράξεις και αποφάσεις. Ας αναλογισθούμε: που θα ήταν η μοίρα – της Αθήνας για παράδειγμα – ως προορισμός εάν δεν υπήρχε η Ακρόπολη?]
Το πρόβλημα στη συνέχεια (όπως συζητήθηκε άτυπα και με μέλη της επιτροπής ) είναι κάτι που γνωρίζουμε βαθιά στο πετσί μας στην Ελλάδα: ο τοπικισμός.
Όσες Πολιτιστικές Πρωτεύουσες αφέθηκαν μετά, απλώς στα χέρια του Δήμου ( που είναι ο θεσμικός προϊστάμενος της υπάρξεώς τους), καμία σχεδόν δεν προχώρησε. Τυχαίο; Και εδώ ανοίγεται η κρίσιμη συζήτηση.
Μοιάζει σαν το ΥΠΠΟ μιας χώρας, ίσως σε συνεργασία και με την Περιφέρεια να είναι μια λύση, να εκπορεύεται δηλαδή ο θεσμός κυρίως – ή έστω εξ ίσου – από το Υπουργείο Πολιτισμού – όπως ίσως άλλοι εποπτευόμενοι, κρίσιμοι φορείς του πολιτισμού. Εκεί, τότε , το Μέλλον ίσως έχει μια ελπίδα.
Ανοίξτε μια συζήτηση – εάν φυσικά βλέπετε και εσείς την αναγκαιότητα – επ’ αυτού. Θα είναι πραγματικά, σε ελληνικό και ευρωπαϊκό ακόμα επίπεδο, πρωτοπορία – επαναστατική πράξη.
Επικαλούνται διάφοροι, συχνά-πυκνά τον Αισχύλο και το διάσημο ‘πάθος – μάθος’. Παραμένει όμως κατά κανόνα στη πράξη ενας κενός λόγος. Ενα ακόμα, λεκτικό αυτή τη φορά, πυροτέχνημα. Και όμως είναι επιταγή και προσδοκία πολλών, καταμετρείστε τους. Ας διδαχτούμε επιτέλους κάτι από τις δραματικές αστοχίες του πρόσφατου παρελθόντος. Και, έστω την ύστατη στιγμή,
Ας θυμηθούμε το Φάντασμα …
ΜΜ.
*Δημοσιεύθηκε στις 22 Δεκεμβρίου στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ.